Πολυμέρης Βόγλης
Οι πρακτικές της αλληλεγγύης και οι δράσεις της αντίστασης
Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 και μέχρι το 1972 το κέντρο βάρους της αντιδικτατορικής δράσης βρισκόταν στη Δ. Ευρώπη. Στην Ελλάδα δρούσαν μικρές αντιδικτατορικές οργανώσεις, οι οποίες μπήκαν στο στόχαστρο του καθεστώτος και οι περισσότερες εξαρθρώθηκαν και τα μέλη τους συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και καταδικάστηκαν σε βαριές ποινές φυλάκισης. Τα ηγετικά στελέχη των προδικτατορικών πολιτικών δυνάμεων αλλά και εκατοντάδες απλά μέλη αργά ή γρήγορα αναζήτησαν καταφύγιο στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Εκεί οι συνθήκες δημοκρατίας και ελευθερίας που υπήρχαν αλλά και το γενικότερο κλίμα αμφισβήτησης και ριζοσπαστικοποίησης που επικρατούσε στις περισσότερες χώρες (το οποίο συνηθίζουμε να ονομάζουμε ως «κίνημα του ‘68») ευνοούσαν την αντιδικτατορική δράση.
Οι χώρες και οι κοινωνίες της Δ. Ευρώπης αντιμετώπισαν με συμπάθεια τους Έλληνες αντιδικτατορικούς αγωνιστές. Η επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας σε μια χώρα που θεωρείτο το «λίκνο της δημοκρατίας» ασφαλώς ήταν μια πολύ ανησυχητική εξέλιξη. Πόσο μάλλον που αναβίωνε τον φόβο για την άνοδο αυταρχικών καθεστώτων σε μια Ευρώπη, που ακόμα είχε νωπές τις μνήμες από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μαζί με τα δικτατορικά καθεστώτα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, η δικτατορία των συνταγματαρχών ήταν μια προειδοποίηση ότι ίσως ο φασισμός δεν είχε εξαφανιστεί αλλά αντίθετα μπορούσε να απειλήσει ξανά την ειρήνη και τη δημοκρατία στην Ευρώπη.
Η παρουσία μεγάλου αριθμού Ελλήνων φοιτητών στα πανεπιστήμια της Δυτικής, επέτρεψε την ανάληψη πρωτοβουλιών και την ανάπτυξη μιας πολυσχιδούς δράσης εναντίον της δικτατορίας των συνταγματαρχών ήδη από την επαύριον του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου. Στη Δ. Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Μ. Βρετανία, τη Σουηδία και αλλού, σύντομα δημιουργήθηκαν αντιδικτατορικές επιτροπές. Στις πόλεις που υπήρχαν πανεπιστήμια δημιουργήθηκαν αντιδικτατορικές πρωτοβουλίες όπως για παράδειγμα στο Παρίσι, το Δ. Βερολίνο, το Μόναχο, τη Χαϊδελβέργη, το Μπόχουμ, τη Ρώμη, το Μιλάνο, τη Φλωρεντία, και αλλού. Πέραν αυτών των επιτροπών αναπτύχθηκε ένα εκτεταμένο και πολυεπίπεδο δίκτυο.
Το δίκτυο αυτό το αποτελούσαν οι σύλλογοι των Ελλήνων (και Κυπρίων συχνά) φοιτητών στα επιμέρους πανεπιστήμια, οι κατά τόπους αντιδικτατορικές επιτροπές και ένα πλήθος αντιδικτατορικών και πολιτικών οργανώσεων που ανήκαν στο Κέντρο και την Αριστερά, όπως για παράδειγμα το Πατριωτικό Μέτωπο (ΠΑΜ), το Πανελλήνιο Αντιδικτατορικό Κίνημα (ΠΑΚ), η Ένωση Κέντρου-Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (ΕΚ-ΕΔΗΝ), το Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΚΚΕ), το Αγωνιστικό Μέτωπο Ελλήνων Εξωτερικού (ΑΜΕΕ), και άλλες. Οι αντιδικτατορικές επιτροπές και οργανώσεις επεδίωξαν τον συντονισμό της δράσης τους είτε σε εθνικό επίπεδο, όπως για παράδειγμα με τα παγγερμανικά συνέδρια των ελληνικών αντιδικτατορικών επιτροπών της Δ. Γερμανίας το 1968 ή ακόμα και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με τη δημιουργία του Εθνικού Αντιστασιακού Συμβουλίου το 1971 –το οποίο πάντως δεν έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το αντιδικτατορικό κίνημα στο εξωτερικό ανέπτυξε μια σειρά από δράσεις όπως την έκδοση εφημερίδων και περιοδικών (Πορεία, Φοιτητική Πρωτοπορία, Θούριος, Ελεύθερη Πατρίδα, Ελεύθερη Ελλάδα, Δημοκρατία και πολλά άλλα), την εκτύπωση αφισών, τη διοργάνωση συναυλιών (στις οποίες κεντρικό πρόσωπο μετά το 1970 ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης όταν διέφυγε στο εξωτερικό μετά την απελευθέρωσή του), πολιτιστικές εκδηλώσεις, εκθέσεις ζωγραφικής, βραδιές ποίησης, προβολές ταινιών (η ταινία Ζ του Κώστα Γαβρά ήταν η πιο δημοφιλής). Πολλά αντιδικτατορικά έντυπα εκδίδονταν στη γλώσσα των χωρών, όπου δραστηριοποιούνταν οι αντιδικτατορικές οργανώσεις, ούτως ώστε να έχουν μεγαλύτερη απήχηση και να μπορούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Έτσι για παράδειγμα, μεταξύ πολλών άλλων εντύπων, στην Αγγλία εκδιδόταν το Greek Report, στη Γαλλία το Athenes-Presse Libre ή το L’ Autre Grece, στην Ιταλία το Grecia, στη Σουηδία το Grekland Bulletin, στη Δανία το Bulletin om Den Græske Modstandsbevægelse κλπ.
Στην ίδια κατεύθυνση οργανώθηκαν διαδηλώσεις διαμαρτυρίας ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, συχνά μαζί με οργανώσεις των χωρών υποδοχής, όπως η διαδήλωση που οργανώθηκε στο Παρίσι στην επέτειο του ενός χρόνου από το πραξικόπημα, στις 23 Απριλίου 1968, από την ΕΠΕΣ (Ένωσις των εν Παρισίοις Ελλήνων Σπουδαστών) και την UNEF (Union des Etudiants de France).
Η πιο γνωστή αντιδικτατορική ενέργεια στο εξωτερικό ήταν η κατάληψη του Ελληνικού Περιπτέρου στη Cite Universitaire στο Παρίσι στις 22 Μαίου 1968 από Έλληνες φοιτητές.
Η ενέργεια εγγραφόταν στην γενικότερη φοιτητική εξέγερση εκείνων των ημερών στη γαλλική πρωτεύουσα, όπως άλλωστε έδειχνε και το πανό που είχε αναρτηθεί στην είσοδο του Περιπτέρου «Εδώ η φαντασία πήρε την εξουσία». Λιγότερο γνωστή ήταν η προσπάθεια των Ελλήνων φοιτητών και των αντιδικτατορικών οργανώσεων να ευαισθητοποιήσουν και να κινητοποιήσουν τους Έλληνες μετανάστες εργάτες, οι οποίοι ήταν εκτεθειμένοι στον εκφοβισμό από τις ελληνικές προξενικές αρχές. Στη Δ. Γερμανία, όπου είχε κατευθυνθεί η πλειονότητα των Ελλήνων μεταναστών στη δεκαετία του 1960, εκδίδονταν ο μεγαλύτερος αριθμός αντιδικτατορικών εντύπων, τα οποία πέρα από την ενίσχυση του αντιδικτατορικού φρονήματος, επεδίωκαν και τη συνδικαλιστική οργάνωση των Ελλήνων μεταναστών. Σε αυτή τη λογική, κινούνταν και τα γερμανικά συνδικάτα, γι’ αυτό και εκδίδονταν στην ελληνική γλώσσα το πληροφοριακό δελτίο της Ομοσπονδίας Γερμανικών Συνδικάτων (DGB).
Σημαντική βοήθεια προς τις αντιδικτατορικές οργανώσεις που δρούσαν στην Ελλάδα ήλθε από την Δ. Ευρώπη. Οι Έλληνες που ζούσαν στο εξωτερικό μαζί με Γάλλους, Ιταλούς, Γερμανούς, κ.α. ακτιβιστές προσπάθησαν να βοηθήσουν με όποιο τρόπο μπορούσαν την αντίσταση στην Ελλάδα. Συγκέντρωναν χρήματα, φρόντιζαν για την εγκατάσταση των Ελλήνων αντιστασιακών που διέφευγαν στον εξωτερικό, έστελναν παράνομα περιοδικά και εφημερίδες, και για κάποιες οργανώσεις φρόντιζαν να εξασφαλίσουν εκρηκτικά ώστε να κάνουν τις λεγόμενες «δυναμικές ενέργειες», δηλαδή να τοποθετήσουν βόμβες μικρής ισχύος σε μια κίνηση συμβολικής αντίστασης στη δικτατορία. Σε μια περίπτωση, ωστόσο, η κατάληξη ήταν τραγική: στις 2 Σεπτεμβρίου 1970 ο Κύπριος Γιώργος Τσικουρής και η Ιταλίδα Μαρία-Έλενα Αντζελόνι σκοτώθηκαν στο προαύλιο της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα μέσα στο αυτοκίνητο που είχε εκρηκτικά.
Οι Έλληνες αντιστασιακοί στο εξωτερικό μαζί με ακτιβιστές, πολιτικές οργανώσεις, φοιτητικές ενώσεις και εργατικά συνδικάτα στις χώρες υποδοχής της Δ. Ευρώπης επεδίωξαν στα χρόνια της επταετίας να ενημερώσουν την κοινή γνώμη για τον αυταρχισμό της δικτατορίας. Επίσης, επεδίωξαν να πιέσουν τις κυβερνήσεις ώστε να λάβουν μέτρα κατά του καθεστώτος των συνταγματαρχών αλλά και να παρέμβουν υπέρ των αντιστασιακών στην Ελλάδα. Οι καμπάνιες μέσα από τα έντυπα, τις διαδηλώσεις και τις εκδηλώσεις υπογράμμιζαν την ανάγκη της αλληλεγγύης προς τους αγωνιστές στην Ελλάδα.
Στην πρώτη γραμμή των καμπανιών αλληλεγγύης βρίσκονταν οι δίκες που διεξήγαγε το καθεστώς κατά των αντιστασιακών, το αίτημα για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων και η χορήγηση πολιτικής αμνηστίας. Ταυτόχρονα άλλες καμπάνιες κινήθηκαν στη κατεύθυνση του μποϋκοτάζ σε βάρος της Ελλάδας είτε για να αποτρέψουν τουρίστες να επισκέπτονται την χώρα είτε για να μην συμμετέχουν οι χώρες στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες στίβου που διοργανώθηκαν στην Αθήνα το 1969. Μια άλλη μορφή δράσης που επέλεξαν Έλληνες και ξένοι ακτιβιστές για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης ήταν οι απεργίες πείνας για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, για την αναστολή της εκτέλεσης του Αλέκου Παναγούλη, κ.ά.
Οι κυβερνήσεις της Δυτικής (και της Ανατολικής) Ευρώπης απέφυγαν να συγκρουστούν με τη στρατιωτική δικτατορία και γι’ αυτό δεν υπήρξε διακοπή διπλωματικών σχέσεων, επιβολή κυρώσεων, κλπ. Το μοναδικό ζήτημα το οποίο έφερε σε τροχιά σύγκρουσης τις χώρες της Δ. Ευρώπης με τη δικτατορία ήταν το θέμα της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδικά των βασανιστηρίων σε βάρος των πολιτικών κρατουμένων. Τα επανειλημμένα δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο αλλά και η δημοσιοποίηση των καταγγελιών για βασανιστήρια μέσα από το δίκτυο των αντιδικτατορικών οργανώσεων στο εξωτερικό, οδήγησε στην περίφημη «Ελληνική υπόθεση» (Greek case). Μετά από αίτημα των κυβερνήσεων της Δανίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας προς την Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, συγκροτήθηκε υποεπιτροπή η οποία διερεύνησε το ζήτημα των βασανιστηρίων στην Ελλάδα. Στην τελική έκθεσή της, που υποβλήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1969, η Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποφάνθηκε «πέραν πάσης αμφιβολίας» ότι πάρα πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι στην Ελλάδα υποβάλλονταν σε βασανιστήρια. Μπροστά στον κίνδυνο αποπομπής της από το Συμβούλιο της Ευρώπης, η χούντα αποφάσισε να αποχωρήσει η Ελλάδα από αυτό στις 12 Δεκεμβρίου 1969.